-
1 κρατεω
(impf. iter. κρατέ(ε)σκον, дор. part. aor. κρατήσαις)1) быть мощным, обладать силой(μέγα κρατέων ἤνασσεν, sc. Ἀχιλλεύς Hom.)
ὅταν μάλιστα κρατῇ ὅ ἥλιος Arst. — когда солнце сильнее всего печет;ἕως ἂν κρατῇ ἥ κίνησις Arst. — пока продолжается движение2) править, управлять, тж. господствовать, властвовать(Ἦλις, ὅθι κρατέουσιν Ἐπειοί Hom.; τί γὰρ πέπρωται Ζηνὴ πλέν ἀεὴ κρατεῖν; Aesch.)
κ. Ἀργείων Hom. — царствовать над аргивянами;κ. ἀνδράσι καὴ θεοῖσι Hom. — властвовать над людьми и богами;ὅ κρατῶν Soph. — правитель, хозяин;ἥ κρατοῦσα Aesch. — госпожа, хозяйка3) иметь право(τοῦ ἀντιλέξαι Soph.)
4) овладевать, захватывать(τῆς ἀρχῆς Her.; πᾶσαν αἶαν Aesch.; τῆς θαλάττης Plat.)
5) схватывать(τινα и τι χειρός τινος NT.)
6) усваивать, переваривать(τροφέ κρατηθεῖσα Plut.)
7) держать в своей власти, владеть, занимать(κέρατα τοῦ ὄρους Xen.)
8) держать(χειρί τι Batr.; τινα Polyb.; τι ἐν τῇ δεξιᾷ NT.)
9) удерживать, задерживать(τι NT.)
10) управлять, владеть, сдерживать(ἡδονῶν καὴ ἐπιθυμιῶν Plat.)
κ. ἑαυτοῦ Luc. — владеть собой11) получать или иметь перевес, брать верх, одолевать, побеждать(ἱπποδρομίᾳ Pind.; τῇ μάχῃ Eur. и τέν μάχην Diod.; ἀγῶνα Dem.; τῶν ἐναντίων Arst.; τῶν πολεμίων Plut.)
ὅ κρατῶν Xen. — победитель;ὅ κρατούμενος Arst. — побежденный;οἱ Ἀθηναῖοι πολλῷ ἐκράτησαν Her. — афиняне одержали решительную победу;ἐκράτεε τῇ γνώμῃ Her. — его мнение одержало верх;τῆς διαβολῆς κρατήσειν μετὰ τοῦ ἀληθοῦς Lys. — опровергнуть клевету истиной;κρατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἡδονῶν Plat. — предаваться наслаждениям;δόξαντες τῆς προθέσεως κεκρατηκέναι NT. — полагая, что их желание исполнилось12) добиться, настоять13) входить в силу, крепнуть, укореняться(νόμιμα τὰ Χαλκιδικὰ ἐκράτησεν, sc. ἐν τῇ Ἱμέρᾳ Thuc.)
κρατεῖ φήμη Polyb. — распространяется слух14) быть правымὁ μέ πειθόμενος κρατεῖ Plat. — кто не поверит (неумелому оратору), будет прав
15) твердо держаться (чего-л.), следовать (чему-л.), соблюдать16) impers. быть лучшим -
2 κρατέω
κρᾰτ-έω, [dialect] Aeol. [full] κρετέω, [tense] aor. inf. [full] κρέτησαι Sapph. Supp.9.5:— [voice] Med., [tense] aor. ἐπι-κρατησάμενοι v.l. in Gal.UP6.13:—[voice] Pass., [tense] fut.Aκρατήσομαι Aristid.1.501
J. and, with v.l. κρατηθήσομαι, Th.4.9:—to be strong, powerful: hence,I abs., rule, hold sway,Ἤλιδα.., ὅθι κρατέουσιν Ἐπειοί Od.13.275
,15.298; μέγα κρατέων ἤνασσε with mighty sway.., Il.16.172;ἅπας δὲ τραχύς, ὅστις ἂν νέον κρατῇ A.Pr.35
; ὁ κρατῶν the ruler, Id.Ag. 951, 1664, S.Ant. 738, etc.;θῶπτε τὸν κρατοῦντ' ἀεί A.Pr. 937
;οἱ κρατοῦντες Id.Ch. 267
, S.OT 530, etc.;τὸ κρατοῦν E.Andr. 133
(lyr.), Pl.Lg. 714c, Arist.Pol. 1255a15; ἡ κρατοῦσα the lady of the house, A.Ch. 734.2 in Poets, c. dat., rule among,μέγα κρατέεις νεκύεσσιν Od.11.485
;ἀνδράσι καὶ θεοῖσι 16.265
; Φθίᾳ rule in Phthia, Pi.N.4.50;ἐν Ἰλιάδι χθονί E.El.4
.3 c. gen., to be lord or master of, rule over, πάντων Ἀργείων, πάντων, Il.1.79, 288, cf. Od. 15.274; (lyr.); ; ; κ. τοῦ βίου to be master of.., And.1.137;αὑτοῦ κ. S.Aj. 1099
, Antipho 5.26, cf. S.OC 405;ἡδονῶν καὶ ἐπιθυμιῶν Pl.Smp. 196c
, etc.;τῶν πραγμάτων D.2.27
; τοῦ μὴ πείθεσθαι τοῖς νόμοις κρατῆσαι to be above obedience.., X.Lac.4.6.II conquer, prevail, get the upper hand, abs., A.Ag. 324, etc.;πολλῷ ἐκράτησαν Hdt.5.77
;εἰ τὰ τοῦ Μήδου κρατήσειε Th.3.62
;ὁ μὴ πειθόμενος κρατεῖ Pl.Phdr. 272b
;ἔνθα τἀναιδὲς κρατεῖ Diph.111
: c. dat. modi, κ. τῇ γνώμῃ prevail in opinion, Hdt.9.42; πάλᾳ, ἱπποδρομίᾳ, Pi.O.8.20, I.3.13; ;ταῖς ναυσί Ar.Ach. 648
;τῷ Φοινίκων ναυτικῷ Th.1.16
; alsoθουρίῳ ἐν Ἄρει S.Aj. 614
(lyr.);ἐν τοῖς πολέμοις Ar.Pl. 184
: c.acc.cogn.,κ. στάδιον B. 6.15
, cf. 7;ὀκτὼ νίκας E.Epigr.1
;τὸν ἀγῶνα D.21.18
; τὴν μάχην v.l. for τῇ μάχῃ in D.S.18.30;τὴν πρεσβείαν Philostr.VS1.21.6
; πάντα in all things, S.OT 1522; οἱ κρατοῦντες the conquerors, X.An.3.2.26;τὰ κατὰ πόλεμον κρατούμενα τῶν κρατούντων εἶναί φασιν Arist.Pol. 1255a7
.c of reports, etc., prevail, become current,φάτις κρατεῖ A.Supp. 293
, S.Aj. 978;λόγος κ. A.Pers. 738
; ;κρατεῖ ἡ φήμη παρά τισι Plb. 9.26.11
.2 c.inf., prevail so that,κ. τῷ πλήθει ὥστε μὴ αὐτίκα τὰς πύλας ἀνοίγεσθαι Th.4.104
: impers., κατθανεῖν κρατεῖ 'tis better to.., A.Ag. 1364;κρατεῖ μὴ γιγνώσκοντ' ἀπολέσθαι E.Hipp. 248
(anap.).3 c.gen., conquer, prevail over,τῶν ἐναντίων S.Fr.85
, cf. OC 646, A.Th. 955 (lyr.), etc.;κ. τινὸς τὸν ἀγῶνα Philostr.Her.2.5
: metaph., ; κ. τῆς διαβολῆς get the better of it, Lys.19.53; ὁ λόγος τοῦ ἔργου ἐκράτει surpassed, went beyond it, Th.1.69; ἡ φύσις.. τῶν διδαγμάτων κρατεῖ is better than.., Men. Mon. 213, cf. 169.b of food, digest, assimilate, Hp.VM3,14, Mnesith. ap. Ath.2.54b, Phylotim.ib.3.79c:—[voice] Pass., Hp.Epid.6.5.15;τῆς τροφῆς μὴ κρατηθείσης Plu.2.654b
.4 c.acc., conquer, master, Pi.N.10.25, A.Pr. 215, Th. 189, E.Alc. 490, Ar.Nu. 1346, Av. 420, X. An.7.6.32, etc.; μάχῃ, τῷ πολέμῳ τινά, Th.6.2, Aeschin.2.30;τῷ λόγῳ τινά Ar.V. 539
; πάχει μάκει τε in.., Pi.P.4.245; outdo,τοὺς φίλους εὖ ποιῶν X.Hier.11.15
; ; surpass,κρατεῖ δὲ ὁ τῆς ἡδονῆς [βίος] τὸν τῆς φρονήσεως Pl.Phlb. 12a
:—[voice] Pass., to be overcome, A.Th. 750 (lyr.), etc.; (lyr.);ὑπὸ τοῦ ὕπνου Hdt.2.121
.δ'; ὑπὸ τῶν ἡδονῶν Pl.Lg. 633e
.III become master of, get possession of, τῆς ἀρχῆς, τῶν νεκρῶν, Hdt.1.92,4.111;πολλὰ φρονέοντα μηδενὸς κ. Id.9.16
; ;οὔπω ἡ βουλή σου ἐκράτει Lys.13.26
;κ. τῆς γῆς Th.3.6
;ναυσὶ τῆς θαλάσσης Pl.Mx. 240a
; κ. τῆς λέξεως have it at command, remember it, Ath.7.275b; master by the intellect,πάντων τῶν τῆς ἱστορίας μερῶν Plb.16.20.2
:—[voice] Pass., to be mastered,δεῖ ἐν ταῖς τέχναις καὶ ἐπιστήμαις ταῦτα κρατεῖσθαι Arist.Pol. 1331b38
, cf. Po. 1456a10 (prob.for κροτεῖσθαι).2 c.acc.rei, seize, win and keep, esp.by force,πᾶσαν αἶαν A.Supp. 255
; ; seize, hold fast, arrest, τινα Batr.63, Plb.8.18.8, Ev.Matt.14.3;τένοντα Batr.233
;τὰς χεῖράς τινος PLips. 40iii2
(iv/v A.D.); secure, grasp, τὴν ἀκατονόμαστον Τριάσα Zos.Alch.p.230 B.3 hold up, support, τινα D.H.4.38; maintain a military post, X.An.5.6.7; hold fast,τὰς παραδόσεις 2 Ep.Thess.2.15
; keep, retain, PTeb.61 (b).229 (ii B.C.):—[voice] Pass., οὐκ ἦν δυνατὸν κρατεῖσθαι αὐτὸν ὑπ' αὐτοῦ (sc. τοῦ θανάτου) Act.Ap.2.24; ἡ κτῆσις τοῖς τέκνοις κεκράτηται has been reserved for, settled upon, POxy. 237 viii 36 (ii A.D.).4 in Law, possess a title to, κ. καὶ κυριεύειν c.gen., PTeb.319.19 (iii A.D.), etc.b sequester, place under embargo, OGI1669.23 ([voice] Pass., Egypt, i A.D.), BGU 742 iii 6 ([voice] Pass., ii A.D.).5 hold in the hand, ;πόαν Dsc.3.93
;ἄρτον Plu.2.99d
;σκῆπτρον Ath.7.289c
, cf. Luc.Am.44, Ach.Tat.1.6, etc.;δακτύλιον PMag.Lond.46.451
(iv A.D.).V control, command, A.Ag.10, E. Hec. 282:—[voice] Pass., αἰσχρὰ τῷ νόμῳ κρατούμενα controlled by.., Ar.Av. 755;κρατεῖσθαι ὑπὸ τοῦ προβουλεύματος D.H.9.52
;διαθέσει Porph. Sent.27
. -
3 τε
τε A1 connective,a joining words and phrases.ἐς ἔρανον φίλαν τε Σίπυλον O. 1.38
νέκταρ ἀμβροσίαν τε O. 1.62
βίαν παρθένον τε O. 1.88
ταχυτὰς ποδῶν ἀκμαί τ' ἰσχύος O. 1.96
ἔρεισμ' Ἀκράγαντος εὐωνύμων τε πατέρων ἄωτον O. 2.7
Πυθῶνι Ἰσθμοῖ τε O. 2.50
Κύκνον Ἀοῦς τε παῖδ' Αἰθίοπα O. 2.83
ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν πραπίσιν ἀφθονέστερόν τε χέρα O. 2.94
τὸ λαλαγῆσαι θέλων κρυφόν τε θέμεν ( τιθέμεν coni. Hermann) O. 2.97 ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθ-λων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις O. 5.6
πόνος δαπάνα τε O. 5.15
ζώναν καταθηκαμένα κάλπιδά τ O. 6.40
ἀγῶνας ἔχει μοῖράν τ' ἀέθλων O. 6.79
λύραι μολπαί τε O. 6.97
τῶνδε κείνων τε O. 6.102
Ὀλυμπίᾳ Πυθοῖ τε νικώντεσσιν O. 7.10
παῖδ' Ἀφροδίτας Ἀελίοιό τε νύμφαν O. 7.14
πελώριον ἄνδρα πατέρα τε O. 7.17
ζωοῖσιν ἑρπόντεσσί θ' ὁμοῖα O. 7.52
τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε O. 7.89
παῖς ὁ Λατοῦς εὐρυμέδων τε Ποσειδάν O. 8.31
Θέμις θυγάτηρ τε O. 9.15
πόλεμον μάχαν τε πᾶσαν O. 9.40
Πύρρα Δευκαλίων τε O. 9.43
πόλιν δ' ὤπασεν λαόν τε διαιτᾶν O. 9.66
υἱὸν δ' Ἄκτορος Αἰγίνας τε Μενοίτιον O. 9.70
προξενίᾳ δ' ἀρετᾷ τ O. 9.83
ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς κάλλιστά τε ῥέξαις O. 9.94
Ἰολάου τύμβος ἐνναλίᾳ τ' Ἐλευσὶς O. 9.98
ὑπὸ στερεῷ πυρὶ πλαγαῖς τε σιδάρου O. 10.37
σὺν Ὀλυμπιάδι πρώτᾳ νικαφορίαισί τε O. 10.59
ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τ O. 12.18
Εὐνομία κασιγνήτα τε O. 13.6
σταδίου τιμὰν διαύλου θ O. 13.37
Μοίσαις Ὀλιγαιθίδαισίν τ O. 13.97
Δὶ Ἐνυαλίῳ τ O. 13.106
στεφάνοισι ἵπποις τε P. 1.37
ταῦτα νόῳ τιθέμεν εὔανδρόν τε χώραν P. 1.40
ἁγητὴρ ἀνήρ, υἱῷ τ' ἐπιτελλόμενος (cf. A. 4. a infra) P. 1.70ἀνδρῶν ἵππων τε P. 2.2
παρθένος ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10
ξεινίαν κοίταν ἄθεμίν τε δόλον P. 3.32
Λατοίδαισιν Πυθῶνί τ P. 4.3
Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ P. 4.66
νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130
“ ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέων” P. 4.162Ζήταν Κάλαίν τ P. 4.182
δήσαις ἐμβάλλων τ P. 4.235
πάχει μάκει τε P. 4.245
ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290
Ἡρακλέος ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε P. 5.72
[θ (codd.: om. byz.) P. 5.100] σφὸν ὄλβον υἱῷ τε κοινὰν χάριν ἔνδικόν τ' Ἀρκεσίλᾳ (bis) P. 5.102νόον φέρβεται γλῶσσάν τε P. 5.111
ἐπ' ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς P. 5.119
πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε, κοινάν τε γενεᾷ νίκαν P. 6.15
στεροπᾶν κεραυνῶν τε P. 6.24
[τίνα πάτραν, τίνα τ' οἶκον (τ del. Boeckh) P. 7.6κεραυνῷ τόξοισί τ' Ἀπόλλωνος P. 8.18
ποίᾳ Παρνασσίδι Δωριεῖ τε κώμῳ P. 8.20
“ κύμασιν ῥιπαῖς τ' ἀνέμων” P. 9.48καλλίσταν πόλιν ἀμφέπει κλεινάν τ' ἀέθλοις P. 9.70
παντὶ θυμῷ σύν τε δίκᾳ P. 9.96
τέλος ἀρχά τε P. 10.10
θαλίαις εὐφαμίαις τε P. 10.35
ἐν καὶ παλαιτέροις νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα P. 10.59
ἑπταπύλοισι Θήβαις χάριν ἀγῶνί τε Κίρρας P. 11.12
τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον καλύψαι τ' ἀμάχανον P. 11.26
ἄκρον ἑλὼν ἡσυχᾷ τε νεμόμενος P. 11.55
ἀθανάτων ἀνδρῶν τε P. 12.4
δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ αὐτόν τέ νιν P. 12.6
Σερίφῳ λαοῖσί τε P. 12.12
ἅρμα Νεμέᾳ τ N. 1.7
θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε N. 1.56
στεφάνων ἀρετᾶν τε N. 3.8
ἐὼν καλὸς ἔρδων τ' ἐοικότα N. 3.19
Αἰακῷ γένει τε N. 3.28
κυνῶν δολίων θ' ἑρκέων N. 3.51
τετραορίας ἥροάς τ N. 4.29
τεθμὸς ὧραί τ N. 4.34
οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ N. 4.67
ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2
Αἰακίδας ἐγέραιρεν ματρόπολίν τε N. 5.8
Θέτιν Πηλέα θ N. 5.26
ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος N. 5.44
ἀφνεὸς πενιχρός τε N. 7.19
ἐπεὶ ψεύδεσί οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι (supp. Hermann: τε om. codd.) N. 7.22τεῶν Διός τ' ἐκγόνων N. 7.50
ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.86
ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι N. 7.99
τρὶς τετράκι τ N. 7.104
Διὸς Αἰγίνας τε N. 8.6
πάτρᾳ Χαριάδαις τ (Sandys: τε codd.) N. 8.46τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51
πατρίων οἴκων ἀπό τ' Ἄργεος N. 9.14
ὅπλοισιν ἱππείοις τε σὺν ἔντεσιν N. 9.22
σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44
Δαναοῦ πόλιν ἀγλαοθρόνων τε πεντήκοντα κορᾶν N. 10.1
Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11
πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε N. 10.12
ποτὶ βουθυσίαν Ἥρας ἀέθλων τε κρίσιν N. 10.23
Θρασύκλου Ἀντία τε N. 10.40
ποδῶν χειρῶν τε (Er. Schmid: ποδῶν τε χειρῶν (τε) codd.) N. 10.48θεὸς ἔμμεναι οἰκεῖν τ' οὐρανῷ N. 10.58
Ἀρισταγόραν πάτραν τ N. 11.20
κωμάσαις ἀνδησάμενός τε N. 11.28
αἶσαν Ἐρχομενοῖό τε πατρῴαν ἄρουραν I. 1.35
καὶ τόθι κλειναῖς τ' Ἐρεχθειδᾶν χαρίτεσσιν ἀραρὼς (τ supp. Bergk, om. codd.: καὶ τόθι. κλειναῖς δ coni. Heyne) I. 2.19φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν I. 4.10
κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις I. 4.26
ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ, ναυτιλίαισί τε πορθμὸν ἡμερώσαις (? c. τε v. 55) I. 4.57 διπλόαν νίκαν ἀνεφάνατο παίδων τε τρίταν (τε supp. Hermann, om. codd.) I. 4.71Κάστορος δ' αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ I. 5.33
Αἰακοῦ παιδῶν τε I. 5.35
Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ Νηρείδεσσί τε πεντήκοντα I. 6.6
Ἀίδαν γῆράς τε I. 6.15
Κλωθὼ κασιγνήτας τε I. 6.17
αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα Ἀμφιάρηόν τε I. 7.33
Κλεάνδρῳ τις ἁλικίᾳ τε I. 8.1
υἱέες υἱέων τ' ἀρηίφιλοι παῖδες I. 8.25
Ζεὺς ἀγλαός τ' ἔρισαν Ποσειδὰν I. 8.27
Αἴγιναν σφετέραν τε ῥίζαν I. 8.56
οἷοι δ' ἀρετὰν δελφῖνες ἐν πόντῳ, ταμίαι τε σοφοὶ Μοισᾶν ἀγωνίων τ ἀέθλων (bis) I. 9.7—8. Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ fr. 2. 2.Ἐνιαυτὸς ὧραί τε Pae. 1.6
Θρονίας Ἄβδηρε χαλκοθώραξ [Πος]ειδᾶνός τε παῖ Pae. 2.2
Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5
πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε Pae. 4.41
κεραυνῷ τριόδοντί τε Pae. 4.43
πλούτου πειρῶν μακάρων τ ἐπιχώριον τεθμὸν ἀπωσάμενος Pae. 4.46
ἔταις τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς Pae. 6.11
σὺν πατρὶ Μναμοσύνᾳ τε Pae. 6.56
τεκέων ἀλόχων τε Pae. 8.78
καλάμῳ μήδεσί τε φρενὸς Pae. 9.37
κρόταλ αἰθομένα τε δαὶς Δ. 2. 1. στεφάνων τᾶν τ ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. πάνδοξον Αἰολάδα σταθμὸν υἱοῦ τε Παγώνδα Παρθ. 2. 1. Ἀγασικλέει ἐσλοῖς τε γονεῦσιν Παρθ. 2.. ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. πέλλαι πίθοι λτ;τε> (supp. Schwartz: τε om. codd. Plutarchi) *fr. 104b. 5.* ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τε> (supp. Boeckh, om. codd. Plutarchi) Θρ... τερπνῶν χαλεπῶν τε fr. 131b. 4. σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες fr. 133. 4. ἄνακτι πατρί τε fr. 140a. 64 (38). πόντον ὠκείας τ' ῥιπάς fr. 140c. 2. μένω[ν Ἀμ]φιτρύωνί τε σᾶμα χέω[ν (τε in lacuna add. Snell) fr. 169. 48. ἀγλαὰ χθὼν πόντου τε ῥιπαὶ fr. 220. 3. θεὸν ἄνδρα τε fr. 224. κάπρων λεόντων τε fr. 238. where τε joins words in apposition,ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος πύργος ἄστεος ὄμμα τε φαεννότατον P. 5.56
πρόσθα μὲν ἶς Ἀχελωίου τὸν ἀοιδότατον Εὐρωπία κράνα Μέλανός τε ῥοαὶ τρέφον κάλαμον ( τε ποταμου ροαι Π: ποταμοῦ del. Wil.) fr. 70. 2.διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων κῶμόν τ P. 3.73
where the coordination is irregular, cf. A. 4 infra,Οὐλυμπιονίκαν δέξαι Χαρίτων θ' ἕκατι τόνδε κῶμον O. 4.9
Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98
ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72
ξεστὸν ὅταν δίφρον ἔν θ' ἅρματα πεισιχάλινα καταζευγνύῃ σθένος ἵππιον P. 2.11
παρθενίοις ὑπό τ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς P. 12.9
παρθενηίοις παίδων τ' ἐφίζοισα γλεφάροις N. 8.2
Πυθῶθεν Ὀλυμπιάδων τ' ἐξαιρέτοις Ἀλφεοῦ ἔρνεσι φράξαι χεῖρα I. 1.65
ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41
καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν fr. 42. 3. θεόν, τὸν Βρόμιον, τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν (τε om. codd. nonnulli) fr. 75. 10.b joining clauses χρυσέαισί τ' ἄν ἵπποις (Er. Schmid: κἀν, ἀν codd.) O. 1.41ὃς Ἕκτορα σφᾶλε Κύκνον τε θανάτῳ πόρεν O. 2.82
κολλᾷ τε O. 5.13
αἰτήσων πόλιν δαιδάλλειν, σέ τ, Ὀλυμπιόνικε, φέρειν γῆρας O. 5.21
ὃς ἄνασσε Φαισάνᾳ λάχε τ' Ἀλφεὸν οἰκεῖν O. 6.34
( Ἑρμᾶν)ὃς ἔχει Ἀρκαδίαν τ' εὐάνορα τιμᾷ O. 6.80
ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται P. 1.15
ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν τελεύτασέν τε πόνους Δαναοῖς P. 1.54
ἤθελον Χίρωνά κε ζώειν βάσσαισί τ' ἄρχειν P. 3.4
“ κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι δέρμα τε ἄγειν” P. 4.161, cf. P. 4.294 ὅτι μοι ὑπάν-τασεν μαντευμάτων τ' ἐφάψατο συγγόνοισι τέχναις P. 8.60
εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι, ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν N. 9.54
εἰ δέ τις μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους, ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων ἐπέδειξεν βίαν N. 11.14
εἰ γάρ τις πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰν σύν τέ οἱ δαίμων φυτεύει δόξαν I. 6.12
οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ζηνί τε ἅδον (Er. Schmid: θ' ἅδον cod.) 1. 8. 18. with irregular coordination,ὕμνον κελάδησε ὅρμον στεφάνων πέμψαντα Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις οὕνεκ Ἀμφιτρύωνος κτἑ N. 4.19
, cf. N. 5.26, A. 4 infra.c joining sentences [ τέκε τε (byz.: ἃ τέκε codd.: ἔτεκε Boehmer) O. 1.89]Σικελίας τ O. 2.9
Ἀχιλλέα τ O. 2.79
μετάλλασσέν τε O. 6.62
O. 8.19εὐφράνθη τε O. 9.62
Ἄργει τ' ἔσχεθε O. 9.88
ὁπᾷ τε O. 10.11
μέλει τε O. 10.14
δέξαι τε (δὲ v. l.) O. 13.29Νέμεά τ O. 13.34
ὅσσα τε O. 13.43
εὗρεν δεῖξέν τε O. 13.75
ἀλαθής τε O. 13.98
τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103
κλέπτει τε P. 3.29
ἕδνα τε P. 3.94
κυλινδέσκοντό τε P. 4.209
λιτάς τ P. 4.217
καταίνησάν τε P. 4.222
ἔν τ' ὠκεανοῦ P. 4.251
Παιάν τέ σοι τιμᾷ φάος P. 4.270
εὐθύτονόν τε P. 5.90
τίν τ, Ἐλέλιχθον P. 6.50
ἅρπασ, ἔνεικέ τε P. 9.6
“ στάξοισι θήσονταί τε” P. 9.63ὁδοί τε P. 9.68
ἄφωνοί θ P. 9.98
στρατῷ τ P. 10.8
χαίρει γελᾷ θ P. 10.36
δάφνᾳ τε P. 10.40
ἔπεφνέ τε P. 10.46
ἀδελφεοῖσί τ P. 10.69
μάντιν τ' ὄλεσσε (perhaps with μέν v. 31) P. 11.33κατένευσέν τε N. 1.14
ἰδίᾳ τ N. 3.24
κάπρους τ N. 3.47
γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν N. 3.57
πίτναν τ N. 5.11
φράσθη κατένευσέν τε N. 5.34
τόλμαν τε N. 7.59
ἔν τε δαμόταις N. 7.65
πατρί τ (codd.: δ Heyne e Σ.) N. 10.12εἶδ' Ἀπόλλων μιν πόρε τ I. 2.18
ἁδυπνόῳ τε I. 2.25
πέλονται ἔν τ' ἀγωνίοις I. 5.7
ὔμμε τ I. 6.19
εἶπέν τε I. 6.51
τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65
υἱοῖσί τε I. 6.68
φέρει γὰρ ἄγει τ I. 7.22
μάτρωί τ I. 7.24
ἔσσυταί τε I. 8.61
ἀμφί τε Pae. 2.97
ἐρικυδέα τ' Pae. 5.39
ἔκλαγξέ θ (G—H: τε Π.) Πα. 8A. 10.Εὐρίπου τε Pae. 9.49
ἀλκάεσσά τε Δ. 2. 1. δεῦτ' ἐν χορόν, Ὀλύμπιοι, ἐπί τε κλυτὰν πέμπετε χάριν fr. 75. 2. Διόθεν τε fr. 75. 7. ἐναργέα τ fr. 75. 13. τελευταί τε fr. 108a. 4.2 in enumeration,a AB τε C τε (D τε)ἕδος νέμων, ἀέθλων τε κορυφὰν πόρον τ' Ἀλφεοῦ O. 2.13
ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τ O. 7.74
ὅ τ' ἐν Ἄργει τά τ ἐν Ἀρκαδίᾳ ἀγῶνές τ Πέλλανά τ· Αἰγίνᾳ τε ἐν Μεγάροισίν τ O. 7.83
—6.ἐπ' Ἀλφεοῦ ῥεέθροισιν Πυθοῖ τ μηνός τε O. 13.38
ὦ πότνἰ Ἀγλαία φιλησίμολπέ τ' Εὐφροσύνα Θαλία τ O. 14.14
—5.Ζηνὸς Ἀλκμήνας θ' ἑλικογλεφάρου Λήδας τε P. 4.172
ὤρεγον χεῖρας, στεφάνοισί τέ μιν ποίας ἔρεπτον, μειλιχίοις τε λόγοις ἀγαπάζοντ P. 4.240
ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τ ἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τ ἔθνει γυναικῶν P. 4.251
—2.ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ ἔν τε σοφοῖς P. 4.294
—5.νέμει, πόρεν τε κίθαριν, δίδωσί τε μυχόν τ' ἀμφέπει P. 5.65
ἔν τε πέφανταί θ' ὅσαι τ θεός τε P. 5.114
—7.Μεγάροις δ' ἔχεις γέρας μυχῷ τ ἐν Μαραθῶνος, Ἥρας τ ἀγῶν δάμασσας ἔργῳ P. 8.78
—80.παντᾷ δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται P. 10.39
λυγρόν τ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ ἔμπεδον δουλοσύναν τό τ ἀναγκαῖον λέχος P. 12.14
παρὰ Κασταλίαν τε πόντου τε γέφυρ' βοτάνα τε N. 6.37
—42.παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34
ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι, τύχᾳ τε μολὼν καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον, Μοίσαισί τ ἔδωκ ἀρόσαι N. 10.25
—6. “θέλεις λτ;ναίειν ἐμοὶγτ; σύν τ' Ἀθαναίᾳ κελαινεγχεῖ τ Ἄρει” N. 10.84Ποσειδάωνι Ἰσθμῷ τε ζαθέᾳ Ὀγχηστίαισίν τ' ἀιόνεσσιν I. 1.32
ναίει τετίματαί τε Ἥβαν τ' ὀπυίει I. 4.59
Φυλακίδᾳ γὰρ ἦλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τεκώμων Εὐθυμένει τε I. 6.58
αἵμασσε γεφύρωσέ τ' Ἑλέναν τ ἐλύσατο I. 8.51
στοναχαὶ μανίαι τ' ἀλαλαί τ Δ. 2. 13. τότε βάλλεται ἴων φόβαι, ῥόδα τε κόμαισι μείγνυται, ἀχεῖ τ ὀμφαὶ οἰχνεῖ τε χοροί fr. 75. 16—9 in apposition,βωμοὺς ἐγέραρεν ἁμίλλαις, ἵπποις ἡμιόνοις τε μοναμπυκίᾳ τε O. 5.6
—7.b AB τε καὶ C ( καὶ D)ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατρὸς ἑορτὰν καὶ Ζηνὸς Αἰτναίου κράτος O. 6.96
χείρεσσι ποσίν τε καὶ ἅρματι O. 10.62
ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει κασιγνήτα τε Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα (v. l. κασίγνηταί) O. 13.6—7. “ τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται Λακεδαίμονος Ἀργείου τε κόλπου καὶ Μυκηνᾶν” P. 4.49Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70
Ἐμμενίδαις ποταμίᾳ τ' Ἀκράγαντι καὶ μὰν λτ;γτ;ενοκράτει P. 6.6
ὄφρα Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλόν κελαδήσετ P. 11.9
Νεμέας Ἐπιδαυρόθεν τ' ἄπο καὶ Μεγάρων N. 3.84
πῦρ δὲ παγκρατὲς θρασυμαχάνων τε λεόντων ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ( καὶ Ahlwardt: τε codd.) N. 4.62—4.Μοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ καὶ λείριον ἄνθεμον ποντίας ὑφελοῖσ ἐέρσας N. 7.78
σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν I. 1.56
c AB τε C τε καὶ Dἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς O. 5.11
—12.τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δὶς κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων Νεμέᾳ τ ἄλλαν ἐπ ἄλλᾳ καὶ κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.81
—3.d miscellaneous τε, καὶ connections Ἄργει θ (δ v. l.)ὅσσα ὅσα τ' Πέλλανά τε καὶ Σικύων καὶ Μέγαῤ Αἰακιδᾶν τ εὐερκὲς ἄλσος, ἅ τ Ἐλευσὶς καὶ λιπαρὰ Μαραθών, ταί θ ἅ τ Εὔβοια O. 13.107
—112.Ζῆνα καὶ ῥιπὰς ἀνέμους τ' ἐκάλει νύκτας τε καὶ πόντου κελεύθους ἄματά τ εὔφρονα καὶ μοῖραν P. 4.194
—6.3 in anaphora [ἤρειδε Ποσειδάν, ἤρειδέν τέ μιν (δέ coni. Hermann) O. 9.32]ἐκ πόντου ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέων P. 4.162
ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290
κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις I. 4.26
ὑπὲρ χθονὸς ὑπέρ τ' ὠκεανοῦ Pae. 8.15
χάλκεοι μὲν τοῖχοι, χάλκ[εαί] θ ὑπὸ κίονες ἔστασαν Πα. 8. 68, cf. O. 9.94, [N. 1.37]4a where τε is irregularly connective, almost καὶ ταῦτα. (for irregularly positioned τε, v. A. 1. a, b, sub fin.; μέν τε; B. b.; D: cf. Schr., Pyth. Comm., on P. 1.75) πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα, πάτρῳ τ' ἐπερχόμενος ἀγλαίαν ἅπασαν (Bergk: ἔδειξεν ἅπασαν codd.) P. 6.46ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19
cf. P. 1.70ἀλλ' ἔμπαν μεγαλανορίαις ἐμβαίνομεν, ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες N. 11.45
b where τε is inclusive rather than connective τὶν δ' ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισ ἀρετά, Φυλακίδα, κεῖται, Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν Πυθέᾳ τε, παγκρατίου (ἀμφοτέροις ὑμῖν, σοί τε καὶ τῷ Πυθέᾳ Σ: v. W. Schulze, Q. E., 416; Kl. Schr., 325) I. 5.19c in hendiadysἀνὰ δ' ἡμιόνοις ξεστᾷ τ ἀπήνᾳ P. 4.94
d and, in particularἘμμενίδαις Θήρωνί τ O. 3.39
αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26
[e dub. ἀρχαῖον ὀτρύνων λόγον, ὡς, ἐπεὶ μόλεν, ὥς τ' οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν κροκωτὸν σπάργανον ἐγκατέβα (τ del. Hermann, edd. plerique) N. 1.37] B τε τε combined, where the first τε is not connective.a joining words, phrases, sentencesδίφρον τε χρύσεον πτέροισίν τ' ἀκάμαντας ἵππους O. 1.87
εἴη σέ τε πατεῖν, ἐμέ τε ὁμιλεῖν O. 1.115
ἐγκωμίων τε μελέων λυρᾶν τε τυγχανέμεν O. 2.47
Τυνδαρίδαις τε χρύσεον ἁδεῖν καλλιπλοκάμῳ θ' Ἐλένᾳ O. 3.1
αἴτει σκιαρόν τε φύτευμα στέφανόν τ' ἀρετᾶν O. 3.18
ἀκαμαντόποδός τ' ἀπήνας δέκευ Ψαύμιός τε δῶρα O. 5.3
Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον τιμῶν τ' Ἀλφεὸν O. 5.18
ὄφρα κελεύθῳ τ' ἐν καθαρᾷ βάσομεν ὄκχον ἵκωμαί τε O. 6.23
ἑορτάν τε τεθμόν τε O. 6.69
[O. 7.5, v. B. b. infra]πατρί τε κόρᾳ τ' ἐγχειβρόμῳ O. 7.43
Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ' ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.6
σόν τε, Κασταλία, πάρα Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17
ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68
ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν O. 10.43
ἁδυεπής τε λύρα γλυκύς τ' αὐλὸς O. 10.93
ἰδέᾳ τε καλὸν ὥρᾳ τε κεκραμένον O. 10.103
Τερψίᾳ θ' Ἐριτίμῳ τ (θ om. codd. nonnulli.) O. 13.42μῆτίν τε γαρύων πόλεμόν τ O. 13.50
ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι Σικελία τ P. 1.18
“ ἁνία τ' ἀντ ἐρετμῶν δίφρους τε νωμάσοισιν” P. 4.18ξυνὸν ἁρμόζοισα θεῷ τε γάμον μιχθέντα κούρᾳ θ' Ὑψέος εὐρυβίᾳ P. 9.13
ἀκόντεσσίν τε χαλκέοις φασγάνῳ τε P. 9.20
Αἰγίνᾳ τε γάρ, φαμί, Νίσου τ' ἐν λόφῳ P. 9.90
πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι (codd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.47—9.ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος λυγρόν τ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε P. 12.13
—4.ἐγὼ δὲ κείνων τέ μιν ὀάροις λύρᾳ τε κοινάσομαι N. 3.11
οἴκοι τ' ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.45
—6.πόλιός θ' ὑπὲρ φίλας ἀστῶν θ ὑπὲρ τῶνδ N. 8.13
ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις σφίσιν ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23
τοὶ μὲν ὦν λέγονται πρόξενοί τ' ἀμφικτιόνων κελαδεννᾶς τ ὀρφανοί ὕβριος I. 4.8
ἱπποτρόφοι τ' ἐγένοντο, χαλκέῳ τ Ἄρει ἅδον I. 4.14
—5.ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς I. 5.27
φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου, σθένει τ' ἔκπαγλος ἰδεῖν τεμορφάεις I. 7.22
σώφρονές τ' ἐγένοντο πινυτοί τε θυμόν I. 8.26
κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερὶ τριόδοντός τ I. 8.35
Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας I. 8.67
Οὐρανοῦ τ' εὐπέπλῳ θυγατρὶ Μναμοσύνᾳ κόραισί τ Πα. 7B. 15. θεοί· πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ζωσαμένα τε πέπλον ὠκέως χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 6.b with irregular coordination ἔννεπε κρυφᾷ τις ὕδατος ὅτι τε πυρὶ ζέοισαν εἰς ἀκμὰν μαχαίρᾳ τάμον κατὰ μέλη, τραπέζαισί τ' διεδάσαντο (τε = σε, Christ, Wackernagel) O. 1.48 τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας ( παρέστασ' ἔν coni. Peek, Phil., 1958, 319) O. 6.42συμποσίου τε χάριν κᾶδός τε τιμάσαις O. 7.5
ἔχω καλά τε φράσαι, τόλμα τε ὀρνύει λέγειν O. 13.11
ἀμφί τε Λατοίδα σοφίᾳ βαθυκόλπων τε Μοισᾶν P. 1.12
τὶν δ' ἐπέοικεν Ἥρας πόσιν τε πειθέμεν κόραν τε γλαυκώπιδα N. 7.95
“ υἱὸν χεῖρας Ἄρεί τ' ἐναλίγκιον στεροπαῖσί τ ἀκμὰν ποδῶν” ( Ἄρει χεῖρας ἐναλ. codd., transp. Hermann, τ add. Boeckh) I. 8.37ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ I. 8.57
ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε] ἔρριψεν ἑάν τ ἔφανεν φυὰν (ἄειρ[ε νέᾳ τε] e. g. Snell) Πα. 2. 1. ἵππων τ' ὠκυπόδων πολυγνώταις ἐπὶ νίκαις (deest τε alterum propter lacunam) Παρθ. 2.. ὃς Ζεφύρου τε σιγάζει πνοὰς αἰψηράς, ὁπόταν τε χειμῶνος σθένει φρίσσων Βορέας ἐπισπέρχησ' Παρθ. 2. 16—8.c in apposition.δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος, ὥς τ' ὥς τ O. 13.75
—6.τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, Περικλύμεν P. 4.175
ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον κείνου γε πείθεσθ' ἀναξίαις ἑκόντες, οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11
—12. μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκύς, μηλοβότατ' ἀρότᾳ τ ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει I. 1.48
Τροίας ἶνας ἐκταμὼν δορί Μέμνονός τε βίαν ὑπέρθυμον Ἕκτορά τ' ἄλλους τ ἀριστέας I. 8.54
d in anaphora ὅσσα τ' ἔριξε λευκωλένῳ ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων ὅσα τε Πολιάδι Πα. 6. 87—9, cf. O. 13.75—6.e in enumeration,τε τε τε νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις ἅρμασί τε γλαφυροῖς ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.11
—2. C τε in combination with other particlesaτε δέ, ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο P. 4.80
ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς P. 10.11
ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον. ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29
—30. ὁ δ' ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[..].ε τεῖρε δὲ fr. 169. 26—9.b τε δὲ τε, τί ἔρδων φίλος σοί τε, καρτερόβρεντα Κρονίδα, φίλος δὲ Μοίσαις, Εὐθυμίᾳ τε μέλων εἴην fr. 155. 1.c δὲ τε δέ, v. δέ, N. 5.51—4.dτε οὐδέ, Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ θρασύγυιον P. 8.36
cf. οὔτε οὐδέ.eοὔτε τε οὐ, ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40
[f dub., τε ἤ, Δί λτ;τεγτ; μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν (supp. Hermann: Διὶ μισγ. codd.: Ζηνὶ μισγ. Tricl.) I. 8.35]g τε ἠδέ, καὶ τότ' ἐγὼ σαρκῶν τ ἐνοπὰν λτ;γτ; ἠδ ὀστέων στεναγμὸν βαρύν” fr. 168. 5.aνέοις ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε πολέμου O. 2.44
ὑπὸ σπλάγχνων ὑπ' ὠδῖνός τ ἐρατᾶς ( ὑπ' ὠδίνεσσ ἐραταῖς coni. Wil., Snell) O. 6.43ἐν Μεγάροισίν τ O. 7.86
ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.4
ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ O. 14.18
ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ P. 4.294
ἐν δίκᾳ τε N. 5.14
παρὰ Κασταλίαν τε N. 6.37
ἐν σοφοῖςἀνδρῶν ἐν δικαίοις τε N. 8.41
ὑπὲρ πολλῶν τε N. 9.54
ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς I. 5.27
ἐπὶ θρῆνόν τε πολύφαμον ἔχεαν I. 8.58
]ἐν δαιτί τε Πα. 13. a. 21.b after art.τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56
τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 43.c after voc. Αἶαν, τεόν τ' ἐν δαιτί, Ἰλιάδα (Hermann: Αἰάντειόν τ codd.: Αἰάντεόν τ Boeckh) O. 9.112d v. also A. 1. a, b sub. fin.; A. 4; B. b.; μέν τε. E fragg.θεᾶς θ' Pae. 3.15
ἀγ]λαάν τ ἐς αὐλὰν Pae. 7.3
φωνᾷ τά τ ἐόντα τε κα[ὶ Pae. 8.83
ἥρωί τε βω[ Πα. 13. a. 1. ]ιόν τε σκόπελον Δ. 3. 1. ]ς τε χάρμας Δ. 3. 13. ]εες τ' ἀοιδαί Δ. 3. 1. ]αν λέχεα τ ἀνα[γ]καῖα δολ[ Δ.. 1. ]γένος τε δαιμο[ Δ... ]σι τε ῥοδ[ Δ. 4. c. 2. χάριτάς τ fr. 128. 1. ]ισσαι τε φιλοφροσύναι Θρ.. 1. ]ν ὀρθαι τε Θρ.. 1. ἐπερχόμενόν τε *fr. 140c. 1* λιπαρᾶν τε fr. 196. κακόφρονά τ fr. 211. ξεινοδόκησέν τε fr. 311. Φερσεφόνᾳ ματρί τε ?fr. 346c. 1. -
4 φθάνω
φθάνω, fut. φϑήσομαι, Il. 23, 444, u. so auch bei den Attikern, wie Thuc. 5, 10, später auch φϑάσω u. dor. φϑάξω; aor. ἔφϑην, 3. Vers. plur. ἔφϑαν und φϑάν, statt ἔφϑησαν, Il. 11, 51, int. φϑῆναι, conj. φϑῶ, 3 Pers. ep. φϑήῃ u. φϑῇσιν, Il. 16, 816. 23, 805, plur. φϑέωμεν, φϑέωσιν, Od. 16, 383. 24, 437, optat. φϑαίην, wozu man auch παραφϑαίῃσι Il. 10, 346 rechnet, nachhomerisch auch ἔφϑασα, aor. med. nur ep. φϑάμενος; dor. ἔφϑαξα, perf. ἔφϑακα; Sp. auch φϑασϑῆναι, D. Hal.; – zuvorkommen, zuvorthun, eher als ein Anderer thun; absolut, wie es Il. 9, 506 von der Ate heißt πολλὸν ὑπεκπροϑέει, φϑάνει δέ τε πᾶσαν ἐπ' αἶαν βλάπτουσ' ἀνϑρώπ ους, zuvor kommt sie über den ganzen Erdkreis hin, wenn man nicht auch hier besser das partic. damit verbindet (s. unt.); δέδοικα, μὴ πολὺς πλούτου πόνος γένηται τοῠ φϑάσαντος ἁρπαγή Aesch. Pers. 738; φϑάνειν εἰς τὴν πόλιν, zuvor, zuerst in die Stadt kommen, Xen. Cyr. 5, 4,9; τὴν δὲ ἑτέραν φϑάσαι βουλομένην προςδραμεῖν Mem. 2, 2,3; – c. accus. der Person, der man zuvorkommt, die man im Laufe einholt; φϑάνει δέ τε καὶ τὸν ἄγοντα Il. 21, 267, Hes. O. 556. 572; φϑάσας ὁ Αϑηναίων ἄγγελος τὸν Λακεδαιμονίων ἀμείβετο τοῖςδε Her. 7, 161; οἱ δ' ἔφϑησαν τὸν χειμῶνα 7, 188; ἐπείπερ ἔφϑης νεωτέρο υς Eur. Heracl. 121. – Die Handlung, in der Einer dem Andern zuvor kommt, wird gew. durch das partic. ausgedrückt, wo wir im Deutschen häufig das partic. durch ein verb. finit. u. φϑάνω durch ein adv. »zuvor«, »eher« wiedergeben können; ἀλλ' ἄρα μιν φϑῆ Τηλέμαχος κατόπισϑε βαλών, Telemach kam ihm imt Werfen zuvor, traf ihn zuvor, Od. 22, 91; φϑῆ σε τέλος ϑανάτοιο κιχήμενον, dich erreichte eher der Tod, Il. 11, 451; ἵνα μή τις Ἀχαιῶν φϑαίη ἐπε υξάμενος βαλέειν, ὁ δὲ δεύτερος ἔλϑοι, 10, 367; vgl. 16, 314. 23, 805 Od. 16, 383. 24, 437; selten mit einem pass., εἴ κε φϑήῃ τυπ είς Il. 16, 861, eher verwundet werden, wie ἦ κε πολὺ φϑαίη πόλις ἁλοῠσα, eher erobert werden, 13, 815; βουλόμενοι φϑῆναι τοὺς Ἀϑηναίους ἀπικόμενοι εἰς τὸ ἄστυ Her. 6, 115, indem sie den Athenern in die Stadt kommend zuvorkommen wollten, d. i. indem sie eher als die Athener in die Stadt gelangen wollten; φϑάναι γόνασι προςπεσὼν πατρός Eur. Herc.. 986; Med. 1169 u. öfter; Ar. Plut 685. 1102; φϑάνει ἡμέρα γενομένη αὐτὸν πορε υόμενον, es ward eher Tag, ehe er ankam, Xen. Cyr. 5, 7,16, wie An. 5, 7,16, der Tag überraschte ihn; ὃς ἂν φϑάσῃ τελευτήσας διὰ τὰ δεσμά Plat. Euthyphr. 9 a; σμικρόν γε ἔφϑης με ἐρόμενος Polit. 293 e; φϑάνουσιν ἐπὶ τῷ ἄκρῳ γενόμενοι τοὺς πολεμίους Xen. An. 3, 4,49; φϑήσονται ποιοῠντες Isocr. 4, 79; Sp., ἔφϑη παρενεχϑεὶς τοσοῠτον, ὅσον τὰς αἰχμὰς εἰς τὴν γῆν παγῆναι Plut. Sull. 29, vgl. 37. - Selten mit dem int., φϑαίης ἔτ' εἰς ἐκκλησίαν ἐλϑεῖν Ar. Equ. 942; vgl. Luc. D. Mort. 13, 2. - Es folgt auch πρίν, ἔφϑη ὀρεξάμενος πρὶν οὐτάσαι Il. 16, 322, wie Xen. Cyr. 3, 2,4; u. ἤ, φϑήσονται τούτοισι πόδες καὶ γοῠνα καμόντα ἢ ὑμῖν, die Füße und Kniee werden ihnen eher müde werden als euch, Il. 23, 444; Od. 11, 58; Theocr. 2, 114, Her. φϑαίητε γὰρ ἂν πολλάκις ἐξανδραπ οδισϑέντες ἤ τινα πυϑέσϑαι ἡμέων 6, 108; ήσκήκεις δὲ φϑάνειν ἕλκων ἢ τὰ πτηνά φυγεῖν Xen. Cyr. 1, 6,39, du hattest dich geübt, das Netz zuzuziehen, ehe die Vögel fort flogen; u. πρὶν ἤ, ἔφϑησαν ἐπὶ τοὺς πύργο υς ἀναβάντες πρὶν ἤ – Her. 9, 70; u. ἀλλά, οὐκ ἄλλος φϑὰς ἐμεῠ κατήγορος ἔσται, ἀλλά σφεα αὐτὸς ἐγὼ κατερέω, kein Anderer soll mein Ankläger eher sein, sondern ich werde selbst anklagen, d. i. kein Anderer soll mich eher anklagen, als ich, Her. 3, 71. – In der letzten Stelle ist nicht ein tempus finit. von φϑάνω mit dem particip. eines anderen Verbums verbunden, sondern umgekehrt das part. φϑάς mit dem tempus finit. eines anderen Verbums; so bei Hom. das partic. φϑάμενος, ὅς μ' ἔβαλε φϑάμενος statt ὅς μ' ἔφϑη βαλών, der mich zuvor, eher traf, Il. 5, 119. 13, 387. 23, 779 Od. 19, 449; und so bei den Attikern partic. praes. und aor., φϑάνοντες δῃοῠμεν Xen. Cyr. 3, 3,18, wie φϑάσας ἀσϑενώσω 1, 5,3, eher will ich schwachen; Ar. Plut. 1102; φϑάσας προςπεσοῠμαι Thuc. 5, 9. – Sp. brauchen auch das pass. φϑάνεσϑαι, überholt, eingeholt, überrascht werden, von Einem, ὑπ ό τινος, Bian. 5 (IX, 278). – Besonders zu merken ist noch die Verbindung mit οὐ und folgendem καί, κακκᾶν ἂν οὐκ ἔφϑης φράσαι κἀγὼ λαβὼν ϑ ύραζε ἐξέφερον ἄν Ar. Nubb. 1366, u. sonst, gew. c. partic., οὐκ ἐφϑημεν ἐλϑόντες καὶ νόσοις ἐλήφϑημεν, nicht sobald waren wir angekommen, oder kaum waren wir angekommen, als wir auch schon von Krankheiten ergriffen wurden; οὐκ ἔφϑη μοι συμβᾶσα ἡ ἀτυχία καὶ εὐϑὺς ἐπεχείρησαν διαφορῆσαι τἄνδοϑεν, kaum, nicht sobald war mir das Unglück begegnet, als sie sogleich, Dem. 57, 65; οὐ γὰρ ἔφϑη Θεόπομπος τὴν ἐπιδικαοὐκ ἔφϑη λέγων καὶ εὐϑὺς ἐγέλασαν ἅπαντες, eigtl., er kam mit dem Reden nicht dem Lachen zuvor, d. i. kaum hatte erzu reden angefangen, als auch Alle schon lachten. – In Fragesätzen bezeichnet οὐ φϑάνω die lingeduld in Erwartung der Erfüllung dessen, was die Frage ausspricht, drückt also eine nachdrückliche Aufforderung aus, oder ist eine mildere Form für den imperat, bes. für augenblickl ich zu vollziehende Befehle, οὐκ ἂν φϑάνοις λέγων; willst du nicht zuvor sagen? d. i. sage es auf der Stelle, so rede nur, Plat. Conv. 185 e; οὐκ ἂν φϑάνοιτ' ἀκολο υϑοῠντες; wollt ihr nicht auf der Stelle folgen? d. i. folgt auf der Stelle! Auch mit part. med. u. pass., οὐκ ἂν φϑάνοιτε τὴν ταχίστην ὀπίσω ἀπαλλασσόμενοι; d. i. geht schnell zurück, Her. 7, 162; οὐκ ἂν φϑάνοι κατακοπτόμενος; wird nicht sogleich niedergehauen werden? Dem. 25, 40. – Aehnlich wird das partic. aor. zum imperat. gesetzt, λέγε φϑάσας, sprich schnell. – Im Antwortssatz ist οὐκ ἂν φϑάνοιμι »ich werde sogleich beginnen«, Plat. Conv. 214 e Phaed. 100 c; οὐκ ἂν φϑάνοις ἀκούων, das sollst du gleich hören, Euthyd. 272 d. – [Im praes. ist α bei den Epikern lang, Il. 9, 506. 21, 262, bei den Attikern kurz, bei Sp. nach dem Versbedürfnisse lang u. kurz, Jac. A. P. p. 884.]
-
5 καθ-οράω
καθ-οράω (s. ὁράω), herab-, heruntersehen, -schauen; Κρονίων ἐξ Ἴδης καϑορῶν Il. 11, 337; Hom. im med., ὅςτε Τροίην κατὰ πᾶσαν ὁρᾶται 24, 291, ἐπὶ Θρῃκῶν καϑορώμενος αἶαν 13, 4; ἀφ' ὑψηλοτέρου Xen. Hell. 6, 2, 29; ἀπὸ τοῦ ἄκρου τὰ ὄπισϑεν γιγνόμενα An. 4, 2, 15; ἄνωϑεν Plat. Rep. V, 476 d; ὕψοϑεν τὸν τῶν κάτω βίον Soph. 216 c; durchschauen, erkennen, Pind. P. 9, 47; τί δὲ μέλλω φρένα Δῖαν καϑορᾷν; wie soll ich Zeus Rathschluß durchschauen? Aesch. Suppl. 1044; πόροι κατιδεῖν ἄφραστοι ib. 89; übh. erblicken, κατεῖ. δον δὲ πῆμ' ἄελπτον Pers. 985; τἡν μὲν κρεμαστὴν αὐχένος κατείδομεν Soph. Ant. 1206; τὴν σὴν (ὀργὴν) ὁμοῦ ναίουσαν οὐ κατεῖδες O. R. 338; ἵνα ἃ πανουργεῖς μὴ καϑορᾷ σου Ar. Equ. 803; Ἀϑηναίους ὑπὸ τῶν ὄχϑων οὐ κατώρα Her. 9, 59; τί τοιοῦτο ἐν τῇ ζητήσει καϑορᾷς Plat. Rep. II, 368 e; an Einem Etwas bemerken, ἐν αὐτοῖς τὸ τοιόνδε ὅτι Gorg. 457 c; τοῦτο ἐν κυσὶ κατόψει Rep. II, 376 a; c. partic., wie das simpl., ἕτερον ἡμῖν γεγονός Polit. 266 b; Sp, πέμπειν ἐκέλευεν εἰς Ἀϑήνας τοὺς κατοψομένους, die es in Augenschein nehmen sollten, Plut. Them. 19. – Das med. außer Hom. noch Soph. El. 880, κατιδέσϑαι Her. 5, 35. 7, 208.
-
6 κίδναμαι
κίδναμαι, p. = σκεδάννυμαι, verbreitet, zerstreu't werden, sich ausbreiten; ὑπεὶρ ἅλα, πᾶσαν ἐπ' αἶαν κίδναται Ἠώς, das Licht verbreitet sich über Land u. Meer, Il. 8, 1. 23, 227; ὀδμὰ κατὰ χῶρον Pind. frg. 95; ὕπνος ἡδὺς ἐπ' ὄσσοις κίδναται Eur. Hec. 916; κιδνάμενος ἐν νεφέλαις κολοιῶν κρωγμός Antp. Sid. 47 (VII, 713).
-
7 καθοραω
ион. κᾰτοράω тж. med. (impf. καθεώρων - ион. 3 л. sing. κατώρα, fut. κατόψομαι, aor. 1 κατώφθην, aor. 2 κατεῖδον, pf. καθεόρακα и κατῶμμαι)1) глядеть вниз, смотреть, взирать(ἐξ Ἴδης Hom.; ἀφ΄ ὑψηλοτέρου Xen.; ἐπὴ Θρῃκῶν καθορώμενος αἶαν Hom.)
2) осматриватьἀποπέμπειν κατοψόμενόν τινα Her. — послать кого-л. для осмотра
3) озирать, обозревать, наблюдать(Τροίην πᾶσαν Hom. - in tmesi; τὰ ὄπισθεν γιγνόμενα Xen.)
4) филос. созерцать(αὐτὸ καλόν, ὑψόθεν τὸ τῶν κάτω βίον Plat.)
5) постигать(φρένα Δῖαν Aesch.)
6) замечать, видеть(Ἀθηναίους Her.; τὰς αἰτίας Arst.)
7) видеть, усматривать(τι ἔν τινι Plat.)
-
8 κιδναμαι
(только praes. и impf.) рассеиваться, распространяться, тж. распростираться, раскидываться(ὑπεὴρ ἅλα, πᾶσαν ἐπ΄ αἶαν Hom.; κατὰ χῶρον Pind.)
ὕπνος ἐπ΄ ὄσσοις κίδναται Eur. — сон спускается на очи -
9 βλάπτω
A , etc.: [tense] aor. ἔβλαψα, [dialect] Ep.βλάψε Il.23.774
: [tense] aor. 2ἔβλᾰβον Q.S.5.509
: [tense] pf.βέβλᾰφα D.19.180
, Plb.12.26.2, ἔβλαφα ([etym.] κατ-) IG7.303.51 ([place name] Oropus):—[voice] Pass., [tense] fut.βλᾰβήσομαι Isoc.1.25
, Pl.Men. 77e, Grg. 475d, Hp.Mi. 373a;βεβλάψομαι Hp.Acut.16
: also [tense] fut. [voice] Med. βλάψομαι (in pass. signf.) Th.1.81, 6.64: [tense] aor. 1ἐβλά-φθην Il.16.331
, etc.: [tense] aor. 2 ἐβλάβην [ᾰ], [ per.] 3pl. ἔβλαβεν, βλάβεν, 23.461, 545, part. (lyr.) ([tense] aor. [voice] Med. βλάψαντο only in Q.S.5.466): [tense] pf.βέβλαμμαι Il.16.660
, etc.:—disable, hinder,μή τιν' ἑταίρων βλάπτοι ἐλαυνόντων Od.13.22
;βλάψας δέ μοι ἵππους Il.23.571
; β. πόδας disable the feet for running, lame them, ib. 782:—[voice] Pass., ζωὸν ἕλε βλαφθέντα κατὰ κλόνον entangled in the mêlée, 16.331; ὄζῳ ἔνι βλαφθέντε μυρικίνῳ [the horses] caught in a branch, 6.39; βλάβεν ἅρματα καὶ ταχε' ἵππω chariots and horses were stopped, 23.545; Διόθεν βλαφθέντα βέλεμνα stopped, baffled by Zeus, 15.489, cf. 484; βεβλαμμένος ἦτορ stopped in his life (s. v.l.), 16.660.2 c. gen., hinder from,τόν γε θεοὶ βλάπτουσι κελεύθου Od.1.195
;οὐδέ τις αὐτὸν βλάπτειν οὔτ' αἰδοῦς οὔτε δίκης ἐθέλει Tyrt.12.40
(repeated in Thgn. 938):—[voice] Pass., βλαβέντα λοισθίων δρόμων arrested in its last course, A.Ag. 120 (lyr.).II of the mind, distract, pervert, mislead, of the gods,τὸν δέ τις ἀθανάτων βλάψε φρένας Od.14.178
, cf. Trag.Adesp. 455: c. acc. pers., Il.22.15, Od.23.14; so of Ate, ; also of wine, Od.21.294; βλαφθείς, Lat. mente captus, Il.9.512: so c. gen.,ἥ τε [Περσεφόνη].. βλάπτουσα νόοιο Thgn.705
;νόου βεβλαμμένος ἐσθλοῦ Id.223
.III after Hom., damage, hurt, οἷσι μὴ βλάψῃ θεός (sc. τὰ τέκνα) A.Eu. 661, etc.: with neut. Adj.,πλείω β. τινά Th.6.33
; ;ἄλλο τι X.HG1.1.22
, etc.:—[voice] Pass.,μεγάλα βεβλάφθαι Id.Cyr.5.3.30
;βεβλαμμένος τὸν ὀφθαλμόν PStrassb.52.2
(ii A. D.), etc.: c. acc. cogn., β. τοὺς βίους μείζους βλάβας do greater mischiefs to.., Posidipp.12.4: c. dupl. acc., β. τὴν πόλιν τοὺς ὑπολοίπους rob her of.., App.BC2.131:—[voice] Pass., τοσούσδε βλαβῆναι τὴν πόλιν lose them, Id.Hann.28; τὸ βλαβέν, = βλάβη, Pl.Lg. 933e. -
10 καθοράω
Aκαθεώρων X.Cyr.3.2.10
, [dialect] Ion. [ per.] 3sg.κατώρα Hdt.7.208
: [tense] pf. : [tense] fut.κατόψομαι Hdt.3.17
: [ per.] 3sg. [tense] pf. : [tense] aor. 1 : for [tense] aor. [voice] Act., v. κατεῖδον:— look down,ἐξ Ἴδης καθορῶν Il.11.337
;ἐπί τινος Hdt.7.44
:— [voice] Med.,ἐπὶ Θρῃκῶν καθορώμενος αἶαν Il.13.4
.II trans., look down upon,ὅσους θνητοὺς ἠέλιος καθορᾷ Sol.14
, cf. Thgn.168, 616, X.Cyr. 3.2.10;ὑψόθεν τὸν τῶν κάτω βίον Pl.Sph. 216c
, etc.: metaph.,φρένα Δίαν κ., ὄψιν ἄβυσσον A.Supp. 1058
(lyr.):—[voice] Med.,Τροίην κατὰ πᾶσαν ὁρᾶται Il.24.291
.2 have within view, see distinctly, descry, Hdt. 7.208, 9.59, Ar.Nu. 326, Pl.R. 516a, etc.:—[voice] Pass., Th.3.20, 112, Pl. Phlb. 38d, etc.3 behold, observe, perceive, Pi.P.9.49, E.Fr.910.5 (anap.); καθορᾶν τι ἔν τινι to observe something therein, Pl.Lg. 905b, cf. Grg. 457c;τι ἐν τῇ ζητήσει Id.R. 368e
; ἵν' ἃ πανουργεῖς μὴ καθορᾷ σου that he may not observe thy knavish tricks, Ar.Eq. 803; also κ. τὰς τρίχας εἰ.. to look and see whether.., Hdt.2.38.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καθοράω
-
11 φθάνω
Aἔφθανον X.HG6.2.30
, AP9.272 ([place name] Bianor): [tense] fut.φθήσομαι Il.23.444
, Th.5.10, Pl.R. 375c, etc.; but φθάσω [ᾰ] Hp. Morb.3.13 (s. v. l.), X.Cyr.5.4.38: [tense] aor.ἔφθᾰσα Hdt.7.161
, A.Pers. 752 (troch.), Th.3.49, X.Cyr.7.1.19, etc.; imper.φθάσον J.AJ6.11.7
; opt. [ per.] 3sg.φθάσειε Isoc.8.120
, pl.φθάσειαν X.HG7.2.14
(this tense prevails in later Gk., Plb.3.66.1, etc.); [dialect] Dor.ἔφθασσα Theoc.2.115
: but the only [dialect] Ep. [tense] aor. is ἔφθην, not found in A. or S., but the more usual form in E. and Ar., less freq. in Th., X., D.; pl. ἔφθημεν, -ητε, -ησαν, E.Ph. 1468, Isoc.5.7, Antipho 2.2.5, [dialect] Ep.pl.3φθάν Il.11.51
; subj. φθῶ, [dialect] Ep. [ per.] 3sg. φθήῃ, φθῇσιν, 16.861, 23.805; [dialect] Ep. [ per.] 1pl.φθέωμεν Od.16.383
; [ per.] 3pl.φθέωσι 24.437
; opt. φθαίην, [dialect] Ep. [ per.] 3sg. φθαίησι ([etym.] παρα-) Il.10.346; inf.φθῆναι Hdt.6.115
, Th.4.4; part.φθάς Hdt.3.71
; [dialect] Ep. part. [voice] Med.φθάμενος Il.5.119
, al., Hes.Op. 554: [tense] pf. ἔφθᾰκα Philipp. ap. D.18.39, LXX 2 Ch.28.9, IG12 9).906.26 (Chalcis, iii A. D.);πέφθακα Ps.-Callisth. 2.10
(v. l): [tense] plpf.ἐφθάκει Plu.Galb. 17
, Luc.Philops.6:—[voice] Pass., Arist.Mu. 395a18: [tense] impf.ἐφθάνετο AP9.278
([place name] Bianor);ἐφθάνοντο J.BJ5.2.4
(v.l. ἐφονεύοντο): [tense] aor.ἐφθάσθην D.H. 6.25
, Epigr.Gr. 315 ([place name] Smyrna), IPE2.197 (Panticapaeum, ii A. D.), J.AJ8.12.4. Gal.4.560. [[pron. full] φθᾰνω always in [dialect] Att. (so also in AP9.272 ([place name] Bianor), APl.4.382, 384); φθᾱνω in Il.9.506, 21.262 (where Zenod. read φθανέει for φθάνει) ]:— come or do first or before others:I c. acc. pers., to be beforehand with, overtake, outstrip, in running or otherwise,φθάνει δέ τε καὶ τὸν ἄγοντα Il.21.262
;φθῆ σε τελος θανάτοιο 11.451
, cf. Hes.Op. 554, 570, Hdt.7.161, E.Heracl. 120, IT 669, Isoc.9.42, etc.;οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας 1 Ep.Thess.4.15
; so ἔφθησαν τὸν χειμῶνα they anticipated the storm, Hdt.7.188;φθάσας τὸν λογισμόν D.21.38
:—[voice] Pass., to be overtaken, , AP9.278 ([place name] Bianor); ἐφθάσθην (v. supr.).II abs., come or act first, opp. ὑστερέω or ὑστερίζω, E.Ph. 975, X.An.6.1.18, cf. Th.4.121; τοῦ φθάσαντος ἁρπαγή the prey of the first comer, A.Pers. 752 (troch.), cf. Fr.23 (lyr.); ; , 100;φθάσαι πρὶν ἀδικηθῆναι Arist.Pol. 1302b23
, cf. Rh. 1373a23; in later writers, τὰ φθάσαντα the things before mentioned, Ael.VH 1.34, Arg.D.46; part. φθάνων, φθάσας previous,τῶν φθασάντων δυεῖν βιβλίων Porph.Abst.3.1
; ἐν τοῖς φθάνουσιν ἔργοις Dex.Hist.Fr. 26 J.;τοῖς φθάνουσι κατορθώμασι Id.Fr.6
J.;οἱ φθάσαντες πόνοι Agath.5.16
; previous time,Ael.
VH14.6; τὸ φθάσαν, τὰ φθάσαντα, the past, Agath.3.2, al., Procop.Gaz.Ep.32;ὁ φθάσας χρόνος Men.
Prot.p.127 D.2 with Preps., come or arrive first,ἕως τῶν οὐρανῶν LXX 2 Ch.28.9
;ἔφθασεν ἐφ' ὑμᾶς Ev.Matt.12.28
, Ev.Luc.11.20, cf. 1 Ep.Thess.2.16: φ. εἰς .., simply, arriveat, attain to, Ep.Rom.9.31, Ep.Phil.3.16, Plu.2.338a;φθάσομεν εἰς Πηλούσι<ον> PPar.18.14
(ii A. D.): abs., of Time, arrive, καιρὸς τῆς τομῆς ἔφθακε (v.l. ἔφθασεν) LXXCa. 2.12; ἔφθασεν ὁ μὴν ὁ ἕβδομος ib.2 Es.3.1.d Gramm., to be applied or applicable,ἐπ' ἀμφοτέρας τὰς διαθέσεις A.D.Synt.211.22
, cf. 217.23, al.III the action in which one is beforehand is expressed by the part. agreeing with the subject, [Ἄτη] πολλὸν ὑπεκπροθέει, φθάνει δέ τε πᾶσαν ἐπ' αἶαν βλάπτουσ' ἀνθρώπους and is beforehand in doing men mischief, Il.9.506; ἀλλ' ἄρα μιν φθῆ Τηλέμαχος κατόπισθε βαλών Telemachus was beforehand with him in striking, i.e. struck first, Od.22.91, cf. 16.383, Il.10.368;ἔφθασέν με προαπελθὼν Χάρμος PCair.Zen.16.3
(iii B. C.); ἔφθησαν ἀπικόμενοι arrived first, Hdt.4.136, cf. 6.115; so φ. εὐεργετῶν to be the first to show a kindness, X.Mem.2.3.14;ὅπως φθάσειαν βοηθήσαντες Id.HG7.2.14
;ἔφθασαν προκαταλαβόντες Th.3.112
;φθάνουσιν αὐτοὺς προκαταφυγοῦσαι Id.2.91
; ;φ. γόνασι προσπεσὼν πατρός E.HF 986
, etc: part. [voice] Pass. is also used, ἦ κε πολὺ φθαίη πόλις ἁλοῦσα, i.e. it would be taken first, Il.13.815; εἴ κε φθήῃ τυπείς shall be wounded first, 16.861; φθαίητε γὰρ ἂν.. ἐξανδραποδισθέντες ἣ .. Hdt.6.108;μὴ φθάσωσι προεπιβουλευόμενοι Th.3.83
;ἔφθη κατακωλυθείς X.HG1.6.17
; φθάνειν δεῖ πεφραγμένους τοὶς πόρους they must first be blocked up, Id.Cyr.2.4.25: these clauses, being compar. in sense, are folld. by a gen., φθὰν δὲ μέγ' ἱππήων.. κοσμηθέντες were drawn up before the drivers, Il.11.51; more freq. by πρὶν .. orἢ.., ἔφθη ὀρεξάμενος, πρὶν οὐτάσαι 16.322
, cf. Antipho1.29, X. Cyr.3.2.4; ;ἔφθης πεζὸς ἰὼν ἢ ἐγὼ σὺν νηΐ Od.11.58
; ἔφθησαν ἀναβάντες πρὶν ἢ .. Hdt.9.70; ἔφθησαν ἐκπεσόντες πρότερον ἢ .. Id.6.91.b in later Gr., c. part. to express previous action or happening, φθάνω ὑμῖν πρότερον γεγραφηκώς I have already written to you, POxy.1666.3 (iii A. D.), cf. 237 vi30 (ii A. D.), etc.;ἔφθασα εἰρηκώς Luc.Pisc.29
;ὡς ἔφθην εἰπών Id.Par.3
; cf. 111.2b.2 in the same sense, part. φθάς or φθάσας, [dialect] Ep. φθάμενος, is used like an Adv. with a principal Verb, ὅς μ' ἔβαλε φθάμενος, for ὅς μ' ἔφθη βαλών, Il.5.119, cf. 13.387, Od. 19.449; οὐκ ἄλλος φθὰς ἐμεῦ κατήγορος ἔσται no other shall be an accuser before me, Hdt.3.71; ἀνέῳξάς με φθάσας you opened the door before me, Ar.Pl. 1102;φθάσας προσπεσοῦμαι Th.5.9
, cf. 2.91, X.Cyr. 1.5.3, etc.; even with a part.,φθάσας.. ἁρπάσας Hdt.6.65
; rarely part. [tense] pres.,φθάνοντες δῃοῦμεν X.Cyr.3.3.18
.b in signf. 111.1b, φθάσαντες ἐπληρώσαμεν αὐτούς we had already paid them, POxy.1103.6 (iv A. D.); but ὡσεὶ καὶ ὁμογενῆ φθάσας εἶπον as if I had said (not had already said) ὁ., Gal.16.502.3 rarely c. inf., ὁ φθάσας θαρσῆσαι he that first gains confidence, Th.3.82; σπεύδειν ὅπως.. φθαίης ἔτ' εἰς ἐκκλησίαν ἐλθεῖν (v.l. ἐλθών ) hurry to be in time to get to.., Ar.Eq. 935 (lyr.), cf. Nu. 1384 (v. infr. IV. 1); μόλις φθάνει θρόνοισιν ἐμπεσοῦσα μὴ χαμαὶ πεσεῖν hardly manages by falling first on the seat not to fall on the ground, E.Med. 1169; more freq. in later writers, of actions which one manages to do, does before or has done first or already, A.R.1.1189, D.H.4.59,61, Sor.1.111, Gal.15.2,93, Luc. DMort.13.2, Harm.2;ἐὰν φθάσω πρὸ τῆς τρύγης ἀνελθεῖν PSI8.971.10
(iii/iv A. D.);ἐὰν ὁ ἰατρὸς αὐτὸ φθάσῃ κενῶσαι Gal.16.499
; φθάνοντος ἤδη πυρέττειν ἐκ τεττάρων ἡμερῶν τοῦ νοσοῦντος having already begun, ib.498; μὴ φθάνων προσηκόντως τρέφεσθαι if he is not first suitably nourished, Id.18(2).36, cf. 84,103; συμβαίνει φθάνειν ἀποθνῄσκειν τοὺς νεωτέρους the young die first, ib.222; εἰ φθάσαιμεν παλαιοὺς πίθους ἔχειν μεγάλους if we already have.., Gp.6.3.11, cf. 10.22.2, al., A.D.Pron.90.1;ἔφθακεν οὖν ταῦτα ἐψηφίσθαι καὶ τῇ βουλῇ IG12(9).906.26
(Chalcis, iii A. D.).IV with negatives,1 with οὐ and part. (inf. is v. l. in Ar.Nu. 1384), folld. by καί or καὶ εὐθύς, of two actions following close on each other, οὐ φθάνειν χρὴ συσκιάζοντας γένυν καὶ.. ὁρμᾶν you must no sooner get your beard than you march, E.Supp. 1219; οὐ φθάνει ἐξαγόμενος καὶ εὐθὺς ὅμοιός ἐστι τοῖς ἀκαθάρτοις no sooner is he brought out than he becomes unclean, X.Eq.5.10, cf. Ar.Nu. 1384; οὐκ ἔφθημεν εἰς Τροιζῆν' ἐλθόντες καὶ τοιαύταις νόσοις ἐλήφθημεν ἐξ ὧν .. no sooner had we come to Troezen than.., Isoc.19.22, cf. 5.53, 8.98, 9.53; οὐκ ἔφθη μοι συμβᾶσα ἡ ἀτυχία καὶ εὐθὺς ἐπεχείρησαν διαφορῆσαι τἄνδοθεν scarcely or no sooner had misfortune befallen me when.., D.57.65, cf. 43.69, Isoc.4.86.2 οὐκ ἂν φθάνοις, οὐκ ἂν φθάνοιτε, with part. [tense] pres., express a strong exhortation or urgent command, οὐκ ἂν φθάνοιτε τὴν ταχίστην ὀπίσω ἀπαλλασσόμενοι you could not be too quick in departing, i.e. make haste and be off, Hdt.7.162; οὐ φθάνοιτ' ἔτ' ἄν θνῄσκοντες make haste and die, E.Or. 936, cf. 941, Alc. 662, Heracl. 721, Tr. 456 (troch.), IT 245; ; ἀποτρέχων οὐκ ἂν φθάνοις ib. 1133; εἰς ἀγορὰν ἰὼν ταχέως οὐκ ἂν φθάνοις ib. 874, cf. Ec. 118;οὐκ ἂν φθάνοις λέγων Pl. Smp. 185e
, X.Mem.2.3.11; these phrases are not to be treated as questions, cf. οὐκ ἂν φθάνοιμι (sc. λέγων) Pl.Smp. 214e, cf. Phd. 100c, D.25.40, Luc.Fug.26, Symp.2, Anach.14: c. part. [tense] aor., once in Luc., Vit.Auct.26.b in 1, 2, or 3 pers., to express immediate futurity, οὐκ ἂν φθάνοις ἀκούων you shall hear in a moment, Pl.Euthd. 272d; οὐκ ἂν φθάνοι τὸ πλῆθος τούτοις τοῖς θηρίοις δουλεῦον will soon (or inevitably) be enslaved to.., D.24.143; also to express what is logically inevitable, οὐκ ἂν φθάνοιεν αὐτοὺς προσκυνοῦντες they will soon be (or cannot logically help) worshipping them, Aristeas 137;τοῦτο μὲν οὐκ ἂν φθάνοις καὶ Ἐμπεδοκλεῖ πρὸ αὐτοῦ ἐγκαλῶν Luc.Fug.2
;οὐκ ἂν φθάνοι κἀμὲ μάντιν λέγων Id.Hes.8
;οὐκ ἂν φθάνοι τις ἁπάσας ἀναιρῶν τὰς τοιαύτας προστασίας Id.Apol.11
: c. part. [tense] aor., Id.Tox.2. -
12 αἶα
αἶα: earth, land; πᾶσαν ἐπ' αἶαν, ‘the world over.’A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > αἶα
-
13 καίνυμαι
καίνυμαι, ipf. ἐκαίνυτο, perf. 2 sing. κέκασσαι, 3 κέκασται, inf. κεκάσθαι, plup. (ἐ) κέκαστο: excel, w. acc., ἐκαίνυτο φῦλ' ἀνθρώπων | νῆα κυβερνῆσαι, Od. 3.282; ἐγχείῃ δ' ἐκέκαστο Πανέλληνας καὶ Ἀχαιούς, Il. 2.530; mostly w. dat. of the thing and prep. governing the person, ἐν Δαναοῖσι, μετὰ δμωῇσι, πᾶσαν ἐπ' αἶαν, Od. 4.725, τ , Od. 24.509; gen. of person, Il. 24.546 ; ἐπί with dat. of thing, Il. 20.35.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > καίνυμαι
-
14 κίδναμαι
κίδναμαι, verbreitet, zerstreut werden, sich ausbreiten; ὑπεὶρ ἅλα, πᾶσαν ἐπ' αἶαν κίδναται Ἠώς, das Licht verbreitet sich über Land u. Meer -
15 φθάνω
φθάνω, zuvorkommen, zuvortun, eher als ein anderer tun; absolut, wie es von der Ate heißt πολλὸν ὑπεκπροϑέει, φϑάνει δέ τε πᾶσαν ἐπ' αἶαν βλάπτουσ' ἀνϑρώπ ους, zuvor kommt sie über den ganzen Erdkreis hin; φϑάνειν εἰς τὴν πόλιν, zuvor, zuerst in die Stadt kommen; c. accus. der Person, der man zuvorkommt, die man im Laufe einholt; ἀλλ' ἄρα μιν φϑῆ Τηλέμαχος κατόπισϑε βαλών, Telemach kam ihm im Werfen zuvor, traf ihn zuvor; φϑῆ σε τέλος ϑανάτοιο κιχήμενον, dich erreichte eher der Tod; mit einem pass., εἴ κε φϑήῃ τυπ είς, eher verwundet werden; ἦ κε πολὺ φϑαίη πόλις ἁλοῠσα, eher erobert werden; βουλόμενοι φϑῆναι τοὺς Ἀϑηναίους ἀπικόμενοι εἰς τὸ ἄστυ, indem sie den Athenern in die Stadt kommend zuvorkommen wollten, = indem sie eher als die Athener in die Stadt gelangen wollten; φϑάνει ἡμέρα γενομένη αὐτὸν πορε υόμενον, es ward eher Tag, ehe er ankam, = der Tag überraschte ihn; ἤ, φϑήσονται τούτοισι πόδες καὶ γοῠνα καμόντα ἢ ὑμῖν, die Füße und Kniee werden ihnen eher müde werden als euch; ήσκήκεις δὲ φϑάνειν ἕλκων ἢ τὰ πτηνά φυγεῖν, du hattest dich geübt, das Netz zuzuziehen, ehe die Vögel fort flogen; ἀλλά, οὐκ ἄλλος φϑὰς ἐμεῠ κατήγορος ἔσται, ἀλλά σφεα αὐτὸς ἐγὼ κατερέω, kein anderer soll mein Ankläger eher sein, sondern ich werde selbst anklagen, = kein anderer soll mich eher anklagen, als ich; φϑάσας ἀσϑενώσω, eher will ich schwachen; pass., φϑάνεσϑαι, überholt, eingeholt, überrascht werden, von einem; οὐκ ἐφϑημεν ἐλϑόντες καὶ νόσοις ἐλήφϑημεν, nicht sobald waren wir angekommen, oder kaum waren wir angekommen, als wir auch schon von Krankheiten ergriffen wurden; οὐκ ἔφϑη μοι συμβᾶσα ἡ ἀτυχία καὶ εὐϑὺς ἐπεχείρησαν διαφορῆσαι τἄνδοϑεν, kaum, nicht sobald war mir das Unglück begegnet, als sie sogleich; οὐ γὰρ ἔφϑη Θεόπομπος τὴν ἐπιδικαοὐκ ἔφϑη λέγων καὶ εὐϑὺς ἐγέλασαν ἅπαντες, eigtl., er kam mit dem Reden nicht dem Lachen zuvor, = kaum hatte er zu reden angefangen, als auch alle schon lachten. In Fragesätzen bezeichnet οὐ φϑάνω die Ungeduld in Erwartung der Erfüllung dessen, was die Frage ausspricht, drückt also eine nachdrückliche Aufforderung aus, oder ist eine mildere Form für den imperat, bes. für augenblicklich zu vollziehende Befehle, οὐκ ἂν φϑάνοις λέγων; willst du nicht zuvor sagen? = sage es auf der Stelle, so rede nur; οὐκ ἂν φϑάνοιτ' ἀκολο υϑοῠντες; wollt ihr nicht auf der Stelle folgen? = folgt auf der Stelle!; οὐκ ἂν φϑάνοιτε τὴν ταχίστην ὀπίσω ἀπαλλασσόμενοι; = geht schnell zurück; οὐκ ἂν φϑάνοι κατακοπτόμενος; wird nicht sogleich niedergehauen werden?; λέγε φϑάσας, sprich schnell; οὐκ ἂν φϑάνοιμι, = ich werde sogleich beginnen; οὐκ ἂν φϑάνοις ἀκούων, das sollst du gleich hören
См. также в других словарях:
κρατώ — άω και έω (AM κρατῶ, έω, Α αιολ. τ. κρετέω) 1. βαστώ, πιάνω ή έχω κάτι στα χέρια μου (α. «μέ κράτησε από το χέρι και προχωρήσαμε» β. «πρόσεξέ τον, γιατί κρατάει περίστροφο» γ. «εἰσελθὼν ἐκράτησε τῆς χειρὸς αὐτῆς», ΚΔ δ. «τῇ δεξιᾷ λαμβάνειν τοῡ… … Dictionary of Greek
κίδναμαι — (Α) (ποιητ. τ. αντί σκεδάννυμαι μόνο στον ενεστ. και παρατ.) εξαπλώνομαι πάνω από κάτι, σκορπίζομαι («Ἠὼς μέν... ἐκίδνατο πᾱσαν ἐπ αἶαν», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σκεδάννυμι] … Dictionary of Greek